Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ο Τελευταίος Μεγάλος Ανατολικός.

Τρίτη, 14 Σεπτεμβρίου 2021 18:22
Διαβάστηκε 670 φορές

Σαν σήμερα πριν 20 χρόνια, στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, σιωπούσε για πάντα ο Στέλιος Καζαντζίδης.

Στην καθαρότητα της φωνής του αντιλαλούσαν οι καμπάνες των βυζαντινών εσπερινών τα ξάστερα απογεύματα. Στη μελωδικότητά του αναδύονταν ο πλούτος των μουσικών χρωμάτων της δημοτικής και της ρεμπέτικης παράδοσης. Ο όγκος του συνόψιζε τις ελπίδες και τους καημούς μια ολόκληρης εποχής που τη στιγμάτιζε η στέρηση, ο χαφιεδισμός, τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων και οι δρόμοι της ξενιτιάς.

Ήταν 13 χρονών όταν το 1944 βγήκε στη βιοπάλη για να συντηρήσει την μάνα και τον αδερφό του. Ο οικοδόμος πατέρας του ήταν ενταγμένος στον ΕΛΑΣ. Δούλευε για την Επιμελητεία του Αντάρτη. Στα χρόνια του εμφυλίου τον δολοφόνησαν παρακρατικοί αντικομμουνιστές. Φτώχια, ορφάνια και γονιδιακά προδιαγεγραμμένη άκαμπτη αντιστασιακή συνείδηση. Όπως συμβαίνει σε κάθε αυτοδημιούργητο μεγάλο δεν του έλειπαν οι αντιφάσεις, οι ιδιοτροπίες οι εμμονές, που τα προκαλούσε η πάλη με τους εσωτερικούς δαίμονες και με τη σειρά τους ήταν επιπτώσεις και συμπτώματα των βιωμένων κοινωνικών τραυμάτων.

Η δραματική βιογραφία του Στέλιου Καζαντζίδη από τον Κυριάκο Διακογιάννη είναι πρωτίστως ένα πολύτιμο πολιτικό ανάγνωσμα για τη μεταπολεμική Ελλάδα: Όταν ο Στέλιος τραγουδάει, η επανάσταση, η αντίσταση, η εξέγερση, ο αγώνας, ο λαϊκός παλμός, το εξεγερτικό μήνυμα, ο λόγος ο καυτός κι ο στίχος ο «ανησυχητικός» στη ράχη μιας εξαίσιας φωνής περνούν από τις πόρτες και τα παράθυρα, τραντάζουν το μαξιλάρι, βροντούν στις βουβές κάμαρες, φυτεύονται στις καρδιές, σκοτώνουν το φόβο, γεννούν ελπίδες, ρίχνουνε φως, πολύ φως, "περισσότερο φως"!

Αηδιασμένος αποχώρησε από τα μαγαζιά ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Τα κέντρα διασκέδασης που ο Ηλίας Πετρόπουλος χαρακτήριζε κωλάδικα.

Ο Λάμπρος Λιάβας, διακεκριμένος εθνομουσικολόγος, καθηγητής του τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, αναφέρει σχετικά: Ο Στέλιος Καζαντζίδης στάθηκε ο τελευταίος “Μέγας Ανατολικός”, ο ισχυρότερος υπερασπιστής της συλλογικής ανάγκης για ένα λαϊκό τραγούδι-προέκταση του δημοτικού και του ρεμπέτικου, για ένα ρεπερτόριο που δεν απαρνήθηκε τις ανατολικές καταβολές του ούτε τα ταξικά του σύμβολα και λειτουργίες. Το αίτημα αυτό δεν στάθηκε εύκολο να ξεπεραστεί ή να υποκατασταθεί από την έντεχνη επεξεργασία των λαϊκών μελωδικών προτύπων ή από τα πολιτικά τραγούδια του Θεοδωράκη και της μεταπολίτευσης, τα οποία λειτούργησαν σε διαφορετικό επίπεδο κι εξέφρασαν νεότερες γενιές.

Η αποχώρηση του Καζαντζίδη από το πάλκο, στα μέσα της δεκαετίας του ’60 (σε μια εποχή όπου μεσουρανούσε και κέρδιζε το μεγαλύτερο μεροκάματο), αποτελεί την πιο δραματική μορφή σιωπηλής διαμαρτυρίας απέναντι σε ένα αμείλικτο σύστημα διαπλοκής από νεόπλουτους θαμώνες, αφεντικά της δισκογραφίας και μπράβους της νύχτας, που τα επόμενα χρόνια θα σάρωναν τα πάντα στο χώρο του τραγουδιού και της διασκέδασης για να επιβάλλουν τους δικούς τους νόμους, προετοιμάζοντας την εποχή του πολυεθνικού μάρκετινγκ.

Στο τραγούδι ή μάλλον στο σπάνιο, άγνωστο και άκρως επίκαιρο* διαμάντι που ακολουθεί θα διαπιστώσετε μια σύνοψη των προηγουμένων:

*Το τραγούδι είναι επίκαιρο επειδή πραγματεύεται με ρεαλιστική αμεσότητα, δηλαδή χωρίς υπνωτικές θεωρητικές φλυαρίες, την αποσάθρωση των κοινωνικών μεσοστρωμάτων, που δημιουργήθηκαν με δανεικά, για τα οποία έφτασε ο καιρός να επιστραφούν εντόκως. Η έννοια των υπνωτικών θεωρητικών φλυαριών περιγράφεται εύστοχα από τον Ουμπέρτο Έκο: Αν πέφτεις στο κρεβάτι πάντα με την Κρούπσκαγια** καταλήγεις έπειτα να γράφεις παλιοβιβλία, όπως το Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός. (Umberto Eco,Το Εκκρεμές του Φουκώ, 1990, Σελ. 72) **H Κρούπσκαγια ήταν η σύζυγος του Λένιν.   

 

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)