Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Η 17 Νοέμβρη- Η Αριστερά-Οι Κοινωνικές Συνθήκες.

Παρασκευή, 29 Ιανουαρίου 2021 12:05
Διαβάστηκε 1988 φορές
Η 17 Νοέμβρη- Η Αριστερά-Οι Κοινωνικές Συνθήκες. Φωτογραφία Προκήρυξης της 17Ν

Οδηγούμαστε όχι μόνο στη χρεοκοπία,

αλλά και σε μια σκληρή ημιφασιστική λύση με τεράστια πτώση του βιοτικού επιπέδου και μαζική ανεργία.

Απόσπασμα Προκήρυξης της 17 Νοέμβρη, 1986.

Η περίοδος του πυκνού πολιτικού χρόνου με τις διαδοχικές εκλογές κορυφώνονταν στις 3 Ιουλίου 1989 και οδηγούσε στο σχηματισμό της κυβέρνησης συνεργασίας Φλωράκη-Κύρκου-Μητσοτάκη. Πριν και μετά από την εξέλιξη αυτή η επαναστατική-τρομοκρατική οργάνωση 17Ν έπαιρνε θέση.

Μετά την ψυχρή τεκμηρίωση ενός οξυδερκούς πολιτικού σκεπτικού που στηρίζονταν στην εμπεριστατωμένη ανάλυση των τότε κοινωνικών, οικονομικών και διπλωματικών συνθηκών τον Απρίλιο του 1986 κατέληγε σε συμπεράσματα που θα αποδεικνύονταν διορατικά: Η χώρα οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στην οικονομική χρεοκοπία και την καταστροφή. Στο μαρασμό, την εναπόθεση της τύχης της στις αγαθές προθέσεις των δυτικών τραπεζών, της ΕΟΚ, του ΔΝΤ. Οδηγούμαστε όχι μόνο στη χρεοκοπία, αλλά και σε μια σκληρή ημιφασιστική λύση με τεράστια πτώση του βιοτικού επιπέδου και μαζική ανεργία.

Η προκήρυξη είχε προκαλέσει τεράστια αίσθηση. Η απήχηση οφείλονταν στο ότι απαντούσε στην πείρα και το ένστικτο των πολιτών. Το κείμενο προσωποποιούσε και εξηγούσε το ρόλο των κεφαλαιοκρατών, των πολιτικών, των ανωτέρων κρατικών υπαλλήλων και των προβεβλημένων δημοσιογράφων.

Ο αντίκτυπος είχε φτάσει μέχρι τα ανώτατα πολιτικά επίπεδα. Ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου είχε μιλήσει για πνευματικούς ανθρώπους, οικονομολόγους-συγγραφείς του κειμένου της 17Ν. Και ο Κων. Μητσοτάκης είχε εκδώσει ανακοίνωση. Οι εφημερίδες ανέφεραν ότι την είχε συντάξει ο γαμπρός του Παύλος Μπακογιάννης. Σ’ αυτήν επιτίθενταν στον τύπο που είχε αποκαλύψει τις απάτες στον κλάδο της χαλυβουργίας, τις υπερτιμολογήσεις και την παράνομη εξαγωγή εκατοντάδων εκατομμυρίων συναλλάγματος. Αποσιωπούσε ωστόσο ότι τα προηγούμενα είχαν αποκαλυφθεί από ειδική επιτροπή του ΟΗΕ. Ο στόχος της ανακοίνωσης της ΝΔ, αν και ακόμη στην αξιωματική αντιπολίτευση, ήταν η προληπτική φίμωση οποιουδήποτε τολμούσε να αναφερθεί σε σκάνδαλα, προνόμια και απάτες των μεγαλόσχημων της ελληνικής επιχειρηματικής ελίτ. Η απειλή θα γίνονταν πράξη με τον νόμο 1916/1990 στις 13 Δεκεμβρίου 1990, όταν η κυβέρνηση του Κων. Μητσοτάκη ταύτισε την πολιτική βία με την δράση των συμμοριών του κοινού οργανωμένου εγκλήματος.

Την ουσία της επιχειρηματολογίας δεν την αντέκρουσε κανένας. Ούτε και κανένας αμφισβήτησε τις εκτιμήσεις για τα εφιαλτικά επακόλουθα.    

Οι ανατριχιαστικές εκείνες προβλέψεις θα παρέμεναν επίκαιρες και θα επαναλαμβάνονταν και αργότερα, όπως τον Δεκέμβριο του 1990. Οι εξελίξεις τις επαλήθευσαν δραματικά και μέχρι κεραίας.

Η πρόταση της 17Ν για τις βουλευτικές εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989 συνοψίζονταν στα παρακάτω:

ΨΗΦΟ ΣΕ ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ΣΗΜΑΙΝΕΙ: Ναι, είμαι ηλίθιος. Συνεχίστε να με κλέβετε.

ΦΗΦΟ ΣΤΟΝ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ1 ΣΗΜΑΙΝΕΙ: Δίνω εν λευκώ την ψήφο μου σ’ αυτούς τους απατεώνες, σ’ αυτούς που τα κάνουν πλακάκια μαζί τους πίσω από την πλάτη μου.

ΑΚΥΡΟ-17Ν, ΛΕΥΚΟ, ΑΠΟΧΗ ΣΗΜΑΙΝΕΙ: Αποδοκιμάζω ενεργά τόσο τους κλέφτες όσο και τα κολλητάρια τους που τους στηρίζουν πολιτικά. Σας ξέρω σαν κάλπικες δεκάρες. Σας έχω στην μπούκα.

ΑΚΥΡΟ-17Ν, ΛΕΥΚΟ, ΑΠΟΧΗ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ ΙΟΥΝΗ.

Την ίδια εκείνη περίοδο, από τα τέλη του 1988, οι συνεχείς δημοσκοπήσεις έδειχναν ποσοστά απήχησης της 17Ν σταθερά πάνω από το 20%. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα έφταναν ή και ξεπερνούσαν το 30%. Η απειλή ήταν γενικότερη και πολύ σοβαρή. Η επιχειρησιακή δράση της οργάνωσης ήταν ευπρόσδεκτη. Έστω και ως αποσπασματικές εκδικητικές παρεμβάσεις από αυτόκλητους τιμωρούς για τα πέτρινα χρόνια της κοινωνικής ταπείνωσης, του οικονομικού εξευτελισμού και του πολιτικού εμπαιγμού που με τη σειρά τους διευκόλυναν την αποδοχή και των εθνικών ταπεινώσεων.

Επιπρόσθετα η 17Ν κατηγορούσε το ΚΚΕ και την ΕΑΡ για: μια πραγματικά ιστορικού μεγέθους προδοσία. Οι ηγεσίες χαρακτηρίζονταν ως: νεκροθάφτες του λαϊκού και εργατικού κινήματος, που σημάδεψε βαθιά το κίνημα και από την οποία το ΚΚΕ δεν συνήλθε ποτέ.

Και δεν ήταν μόνο τα στελέχη της 17Ν που κατακεραύνωναν τις επιλογές των αριστερών ηγεσιών. Ιδιαίτερη αίσθηση είχε προκαλέσει η τοποθέτηση του Κώστα Κάππου ως κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΚΚΕ στην Βουλή, όταν ανακοίνωνε τη διαφοροποίησή του, τονίζοντας ότι θα καταψηφίσει την κυβέρνηση Τζαννετάκη: Ψήφισα λευκό γιατί είμαι αντίθετος στη συνεργασία του Συνασπισμού με τη Νέα Δημοκρατία (...) Πιστεύω επίσης ότι η συνεργασία αυτή είναι ολέθρια για το ΚΚΕ (...) Το ΚΚΕ τείνει να υποταχτεί σε μικροαστικές και αστικές "εκσυγχρονιστικές θέσεις" (...) Αποκορύφωμα αυτής της στάσης υποταγής είναι η στήριξη της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας από τον Συνασπισμό (...) Βεβαίως, είμαι κατά της συνεργασίας του Συνασπισμού και με το ΠΑΣΟΚ (...)

Η αποστροφή ανάμεσα στην αριστερά και τη 17Ν υπήρξε αμοιβαία. Από την περίοδο της δράσης ακόμη της 17Ν οι αριστερές ηγεσίες έδιναν τα διαπιστευτήρια της πολιτικής αντιπαροχής που απολάμβαναν έναντι του ειρηνισμού της υποταγής που προσέφεραν στις άρχουσες τάξεις της ελληνικής κοινωνίας. Δηλαδή στις ομάδες των επιλεγμένων εγχώριων μεταπρατών των συμφερόντων των ξένων επικυρίαρχων.

Σε αντίθεση με τις ηθικολογικές φλυαρίες των συστημικών αριστερών, συμπεριλαμβανομένης και της άκρας αριστεράς, τα εξέχοντα μέλη των ομάδων αυτών είχαν επωμιστεί συνειδητά το ρόλο τους στον κοινωνικό πόλεμο*, που είχαν ξεκινήσει οι ίδιοι. Στα 27 χρόνια της δράσης της τρομοκρατικής οργάνωσης 17Ν είχαν σκοτωθεί 3500 χιλιάδες άνθρωποι σε εργατικά ατυχήματα εξαιτίας της απουσίας αποτελεσματικών, όχι όμως και απαραίτητα κοστοβόρων μέτρων προστασίας. Μόνο τη δεκαετία του 1970 και μόνο σε δύο Μαντεμοχώρια είχαν πεθάνει 110 μεταλλωρύχοι, πέρα από τους σακατεμένους. (*Η σημασία της λέξης πόλεμος χρησιμοποιείται καταχρηστικά. Ο πόλεμος υποδηλώνει την πολιτική και ηθική ισοδυναμία των αντίπαλων κοινωνικών πλευρών. Εδώ πρόκειται για την άπληστη επίθεση των - ακόμη και με την καπιταλιστική έννοια του όρου απαράδεκτα - πλουσίων σε βάρος των - ακόμη και με την καπιταλιστική έννοια του όρου απαράδεκτα - φτωχών με σκοπό την διεύρυνση των οικονομικών προνομίων σε βάρος του μόχθου της πλειονότητας του λαού.)

Μόνο για την ιδιωτικοποίηση μεγάλης τσιμεντοβιομηχανίας το 1992, όπως αποκαλύφθηκε από καταθέσεις στον Ιταλό εισαγγελέα Ντι Πιέτρο, Έλληνες αξιωματούχοι δωροδοκήθηκαν με τρία δισεκατομμύρια δραχμές. Όταν ο διεθνής οίκος λογιστικών ελέγχων Price Waterhouse διαπίστωσε το ταμειακό άνοιγμα, απέσυρε την υπογραφή του από τους ισολογισμούς του ιταλικού ομίλου. Οι Έλληνες αξιωματούχοι είχαν πάρει τις μίζες των δισεκατομμυρίων χωρίς να δώσουν αποδείξεις. Το πόρισμα της εξεταστικής επιτροπής που είχε συσταθεί τον Μάρτιο του 1993 για την υπόθεση δεν δημοσιοποιήθηκε ποτέ. Ο Αντ. Σαμαράς ζητούσε την απαγόρευση εξόδου από τη χώρα για τα μέλη της οικογένειας Μητσοτάκη. Τον Σεπτέμβριο του 1994 είχαν παραπεμφθεί στο Ειδικό Δικαστήριο για δωροληψία ο Μητσοτάκης, ο Παλαιοκρασσάς κι ο Ανδριανόπουλος. Τον Ιανουάριο του 1995 ο Παπανδρέου θα ζητούσε από τη Βουλή να αναστείλει τις ποινικές διώξεις κατά των πολιτικών.

Ήταν μια συνέχεια της παράδοσης των αμνηστεύσεων: της ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή από τον Γ. Παπανδρέου το 1965, των δικτατόρων από τον Κ. Καραμανλή το 1974, του Κ. Καραμανλή από τον Α. Παπανδρέου το 1981, του Α. Παπανδρέου από τον Κ. Μητσοτάκη, του Κ. Μητσοτάκη από τον Α. Παπανδρέου κ.ο.κ.      

Ο αντεργατικός νόμος 330 του 1976 ήταν η κορωνίδα ενός συνόλου νομοθετικών παρεμβάσεων που φιλοδοξούσαν να “καταργήσουν την πάλη των τάξεων”. Αυτό είχε δηλώσει αλαζονικά ο εμπνευστής του Κωνσταντίνος Λάσκαρης, ως υπουργός Απασχόλησης. Και πίστευε ότι θα το πετύχαινε, περιορίζοντας τις κινητοποιήσεις, τις εκδηλώσεις αλληλεγγύης, θωρακίζοντας τους πραιτωριανούς της εξουσίας και ποινικοποιώντας κάθε δυναμική δράση. Μόνο το πρώτο δωδεκάμηνο εφαρμογής του νόμου είχαν απολυθεί πάνω από 10000 εργάτες που πρωτοστατούσαν στις αυτόνομες εργατικές κινητοποιήσεις, που οργάνωναν απεργιακές επιτροπές και εργοστασιακά σωματεία. Η κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή ήθελε να περιορίσει το εργατικό κίνημα στα ανεκτά όρια του “υπεύθυνου” συνδικαλισμού των επισήμων κομμάτων. Στο όνομα της ενότητας του χώρου η ΕΣΑΚ, η συνδικαλιστική παράταξη του ΚΚΕ της δεκαετίας του 1970, χτυπούσε τα αυτόνομα εργοστασιακά σωματεία υπέρ των απρόσωπων κλαδικών που μπορούσε να ελέγχει. Οι εφημερίδες είχαν στρατευτεί απροκάλυπτα με τους εργοδότες. Αποσιωπούσαν τους απεργιακούς αγώνες και τις εκδηλώσεις αλληλεγγύης, απέκρυπταν τις μερικές ή μαζικές απολύσεις, διαστρέβλωναν και συκοφαντούσαν ό,τι δεν μπορούσαν να αποκρύψουν. Στον ορυμαγδό των κινητοποιήσεων στις 25-26 Μαΐου 1976 στην Αθήνα μια αύρα χτυπάει στο πεζοδρόμιο όσους βρίσκονται στο πέρασμά της και σκοτώνει την άτυχη πλανόδια μικροπωλήτρια Αναστασία Τσιβίκα. Ο ωμός ταξικός ρατσισμός της κυβέρνησης αποκαλύπτεται και στην επίσημη κυβερνητική ανακοίνωση. Η νεκρή Αναστασία Τσιβίκα χαρακτηρίζεται περιφρονητικά ζητιάνα. Στη διάρκεια των επιθέσεων κατά των διαδηλωτών με κλούβες, αύρες και περιπολικά με τις σειρήνες να ουρλιάζουν και των καπνογόνων και δακρυγόνων που ρίχνονται κάποιοι σταματάν να τρέχουν. Γυρνάν, αρπάζουν ό,τι βρίσκουν στήνουν πρόχειρα οδοφράγματα και ανάβουν φωτιές για να προστατευτούν από τα χημικά. Στη διάρκεια αυτών των συγκρούσεων με τη νεκρή, τους 100 τραυματίες και τις 60 συλλήψεις ακούγονται οι πρώτες φωνές της πολιτικής υπέρβασης πλέον και στον ευρύτερο χώρο των ανένταχτων του εργατικού κινήματος: Εμείς γιατί να διστάζουμε να χρησιμοποιήσουμε κάθε μέσο για να προασπίσουμε τα συμφέροντα των κοινωνικά αδύναμων;           

Η στάση των ελληνικών επιχειρηματικών ελίτ απέναντι στη χώρα ήταν γνωστή από παλιά. Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, με τα σκανδαλώδη φορολογικά προνόμια προς τον ελληνικό εφοπλισμό2, που μέσω των ανακτόρων, δια του Κ. Καραμανλή, επέβαλε και την άρνηση της ελληνικής πλευράς στην τουρκική πρόταση του 1956 για την αμοιβαία επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. με σκοπό να προστατέψει τα στενά ταξικά συμφέροντα της ποντοπόρου ναυτιλίας.

Οι προηγούμενοι είχαν αποδεχτεί τους κινδύνους χωρίς ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. Γι αυτό και βρισκόντουσαν πάντα σε επαγρύπνηση. Όσοι από αυτούς δεν υποτιμούσαν τη λαϊκή αντιβία, φρόντιζαν να φρουρούνται από ενόπλους σωματοφύλακες και οι περισσότεροι από αυτούς οπλοφορούσαν και οι ίδιοι.

Τα προηγούμενα είναι ενδεικτικά και δεν αποτελούν παρά η κορυφή του παγόβουνου. Σ’ αυτά προστίθεται η προδοσία της Κύπρου, ήδη από τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου του 1959 και την ανατροπή του Γ. Παπανδρέου από τους αποστάτες υπό τον Κ. Μητσοτάκη* το 1965. Επίσης η πολιτική επιλογή της οικονομικής εξαθλίωσης του ελληνικού λαού, κυρίως τις δεκαετίες 1950-70, που εξωθούνταν στη μετανάστευση. Ο αναγκαστικός νόμος 1611/1950 υποχρέωνε όλα ανεξαιρέτως τα ασφαλιστικά ταμεία να καταθέτουν εκεί και μόνον εκεί τα διαθέσιμά τους. Στο άρθρο 4 αναφέρονταν: “Τα παρακατατιθέμενα παρά τω “Ειδικώ Λογαριασμώ Διαχειρίσεως Διαθεσίμων Δημοσίων Οργανισμών” κεφάλαια, θα επενδύωνται υπό της Τραπέζης της Ελλάδος εις εντόκους καταθέσεις παρά Τραπέζαις ή Τραπεζικοίς Οργανισμοίς, χρησιμοποιούμενας υπό τούτων προς χρηματοδότησιν της γεωργίας, του εμπορίου και της βιομηχανίας”. Έτσι άρχιζε ο χορός της παροχής των γνωστών θαλασσοδανείων, των δανεικών κι αγύριστων, μέσω της ΕΤΒΑ. Αλλά και αυτά δεν ήταν αρκετά για να κορέσουν την αδηφάγα αρπακτικότητα των κρατικοδίαιτων ελληνικών "επιχειρηματικών” ελίτ. Με τον νόμο 2076/1992 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παρέδωσε ένα επιπλέον 20%** των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων στις διαθέσεις των τραπεζών και χρηματιστηριακών εταιριών. Αυτόν τον άνθρωπο, που ανέσυρε από το πολιτικό περιθώριο*** ο Κων. Καραμανλής το 1978 για να εξασφαλίσει την ψήφο του στην εκλογή του ως προέδρου της ελληνικής δημοκρατίας, διευκόλυναν οι επίσημες αριστερές ηγεσίες, κραυγάζοντας ωστόσο για κοινωνική δικαιοσύνη, να αναρριχηθεί στην πρωθυπουργία, αφού πρώτα συγκυβέρνησαν με την παράταξή του το 1989. Και στην ουσία το επανέλαβαν και τώρα. Σημαίνοντα στελέχη της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης ομολογούν ότι αποδεκάτισαν τη μεσαία τάξη για να παραδώσουν στις ορέξεις αυτής της ΝΔ, υπό τον υιό Μητσοτάκη, το λεγόμενο μαξιλάρι των 37 δις. (* Η μαρτυρία του Ανδρέα Μοθωνιού, διευθυντή του πολιτικού γραφείου του Γεωργίου Παπανδρέου, η απολογία του δύο φορές πραξικοπηματία αξιωματικού Αθανάσιου Σκλαβενίτη, οι ομολογίες των ανθρώπων του περιβάλλοντος του Ιωάννη Βελλίδη σχετικά με την χρηματοδότηση της ενέργειας και η αφήγηση του Ρόµπερτ Κίλι για τη δράση του Τομ Πάπας είναι αρκετά για να διαφωτίσουν οποιονδήποτε)  (**Ο Κ. Σημίτης αύξησε το ποσοστό από 20% σε 23%) (*** Στις εκλογές του 1974 ο Κων. Μητσοτάκης έθεσε υποψηφιότητα ως ανεξάτητος στο νομό Χανίων και απέτυχε να εκλεγεί. Το 1977 ίδρυσε το Κόμμα Νεοφιλελευθέρων και πήρε 1,08%. Εκλέχτηκαν ο ίδιος και ο Παύλος Βαρδινογιάννης. Το 1978 ο Κων. Καραμανλής τον προσκάλεσε και σταδιακά τον επέβαλε στη ΝΔ)  

Ακόμα η προειδοποίηση του Αλ. Παναγούλη στη Δίκη των πρωταιτίων της Χούντας, 28.7 – 29.8 1975, ότι “μόνο η απόδοση δικαιοσύνης μπορεί να εμποδίσει την αυτοδικία”. Επίσης η στάση των βασανιστών του ΕΑΤ/ΕΣΑ, όταν στο Μικτό Κακουργιοδικείο της Χαλκίδας περιγελούσαν τα θύματά τους, όπως έγραφαν Τα Νέα στις 17.11.1975, κομπάζοντας ότι “προσέφεραν υπηρεσίες κατά του κομμουνισμού”, όπως κάγχαζε ο Θ. Θεοφιλογιαννάκος. Αξίζει να σημειωθεί και είναι αποκαλυπτικό για τη στάση και τη διάθεση των πολιτών το παρακάτω συμβάν, που είχε αναφερθεί στις εφημερίδες της εποχής. Όταν έγινε η ενέργεια κατά του καταδικασμένου πρωτόδικα σε ποινή φυλάκισης δεκαεπτά (17) μηνών αρχιβασανιστή Ευάγγελου Μάλλιου στις 13 Δεκεμβρίου 1976, οι οδηγοί, που σταματούσαν να μεταφέρουν τον βαριά τραυματισμένο, έφευγαν μόλις μάθαιναν ποιος ήταν.

Αυτά σε αδρές γραμμές οριοθετούν το κοινωνικό κλίμα μέσα στο οποίο γεννήθηκε η 17Ν. Και ενώ κάποιοι, υποτιμώντας όχι μόνο πολιτικά, αλλά και ανθρωπολογικά τον ελληνικό λαό, περίμεναν τις συνθήκες να ωριμάσουν, κάποιοι άλλοι δήλωναν “ χάσαμε κι εμείς την ψυχραιμία μας”3. Οι αριστερές ηγεσίες, συναντώντας την κυβερνητική προπαγάνδα από μια άλλη κατεύθυνση, προσπαθούσαν να στιγματίσουν τα μέλη της 17Ν με τους γνωστούς και συνηθισμένους γι αυτούς χαρακτηρισμούς ως “επαγγελματιών εκτελεστών”, “υπόπτων” και “πρακτόρων”. Μια προσφιλής κατηγορία του ΚΚΕ και της ΕΑΡ προς την 17Ν ήταν ο χαρακτηρισμός της ως “ενεργούμενου των μυστικών υπηρεσιών”. Η άκρα αριστερά διαπίστωνε στις ενέργειες της 17Ν “εθνικισμό” και θεωρούσε τη δράση της “ένοπλο ρεφορμισμό”. Στις απαρχές της ένοπλης δράσης της 17Ν, μετά την ενέργεια κατά του Ρίτσαρντ Γουέλς στις 23 Δεκεμβρίου 1975, ακόμα και ο ΕΛΑ είχε δυσαρεστηθεί τόσο ώστε να αρνηθεί να μοιράσει τις προκηρύξεις της 17Ν. Αρχικά και ο ίδιος ο Χρήστος Κασσίμης είχε οργιστεί, για να μεταστραφεί αργότερα, από τα τέλη του 1976.

Οι εντεταλμένοι καθεστωτικοί κατείχαν τα σκήπτρα της γραφικότητας. Σύμφωνα μ’ αυτούς επρόκειτο για “μελαμψούς εγκληματίες εκτελεστές” που μίσθωνε η 17Ν από την Παλαιστίνη ή από “εξωτικές χώρες” όπου “ανθεί το είδος” για να της κάνουν τη δουλειά. Αργότερα, μετά την Πτώση του Τείχους του Βερολίνου, στις 9 Νοεμβρίου 1989, η πανσπερμία των υπόπτων εμπλουτίστηκε με “πρώην πράκτορες του ανατολικού μπλοκ” κατά προτίμηση της Stasi και της KGB. Στους υπόπτους περιλαμβάνονταν κάποιες φορές και “Ιταλοί μαφιόζοι”. Η αγαπημένη, στα όρια της μανιακής διαταραχής, επωδός σε αρκετούς από αυτούς ήταν η ταύτιση της 17Ν με το ΠΑΣΟΚ. Το απόσπασμα ενός κειμένου του Ανδρέα Παπανδρέου από την περίοδο της δικτατορίας, το 1973, όπου ο μακράν πιο μισητός από την ελληνική ολιγαρχία πολιτικός υποστήριζε ότι: “Ο ένοπλος λαός στην πράξη είναι η μόνη μακροπρόθεσμη εγγύηση του απαραβίαστου της κυριαρχίας του” αποτελούσε το ιδεοληπτικό άλλοθι των αυλικών της εγχώριας αντίδρασης των κρατικοδίαιτων πλουτοκρατών. Έτσι ο κατάλογος με τους συνήθεις υπόπτους, πέρα από την εμβληματική θέση που κατείχε ο Αντρέας, περιλάμβανε και τους Λαλιώτη, Κώστα Τσίμα ή τον Σήφη Βαλυράκη· υποπτεύονταν - mirabile auditu* - ακόμα και τον Σημίτη για συμμετοχή στη 17Ν. (*φοβερό να τ’ ακούει κανείς)

Όταν το 1988 είχαν ανατιναχτεί αυτοκίνητα ξένων διπλωματών και ακόμα περισσότερο όταν αργότερα έγιναν ενέργειες κατά ξένων πρακτόρων με επιχειρησιακή δράση στον ελληνικό χώρο, η επίσημη αριστερά, αλλά και η άκρα αριστερά, όπως προαναφέρθηκε, τους είχε κατηγορήσει ότι εγκατέλειπαν τον μαρξισμό και διολίσθαιναν στον εθνικισμό. Ωστόσο οι αριστεροί κατήγοροι γνώριζαν τη διακηρυγμένη θέση της 17Ν για την έννοια του έθνους. Η 17 Νοέμβρη δεν αντιλαμβάνονταν το έθνος ως μια υπεριστορική μεταφυσική οντότητα. Μιλούσε για επαναστατικό εθνισμό και θεωρούσε την πάλη των τάξεων ως την κινητήρια δύναμη της ιστορίας. Το εθνικό ζήτημα δεν προσεγγίζονταν από την αστική εθνικιστική του σκοπιά.    

Και όλα αυτά δεν ήταν τίποτα μπροστά σ’ ότι ακολούθησε μετά την συμπτωματική αποκάλυψη της 17Ν στις 29 Ιουνίου 2002: παρανοϊκοί (Καρκαγιάννης), αδίστακτη επιθετικότητα (Ράμφος), ιδεοληπτικοί, παρανοϊκοί (Πρετεντέρης), στυγνοί εγκληματίες (Καζαλότι), έγκλημα με ιδεολογικό άλλοθι (Κοροβέσης), σπείρα αδίστακτων δολοφόνων (Βότσης), διαταραγμένοι (Πιτσιόρλας, Μπίστης), παράνοια, εγκληματίες, ν’ αφήσουν την αριστερά στην ησυχία της (Δαμανάκη), απεχθείς κοινοί εγκληματίες (Δρεττάκης) παρανοϊκοί εγκληματίες, συμμορίτες (Βούλτεψη), νοσηροί δολοφόνοι (Βάσσης), υποκείμενο, δολοφόνος (Παπαρήγα για Κουφοντίνα), λαθρεπιβάτες της αριστεράς (Σημίτης). Κάποιος επιφανής της άκρας αριστεράς δήλωνε: Το ζητούμενο τώρα είναι να ηττηθεί πολιτικά η 17Ν. Άλλωστε η άκρα αριστερά κατηγορούσε τη 17Ν για “ατομική τρομοκρατία”, διαστρέβλωνε τις θέσεις της και καταδίκαζε τις ενέργειές της ήδη από το 1977.

Την εποχή της συστηματικής και δημοσιευμένης καταπάτησης των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των συλληφθέντων ο τότε πρόεδρος του Συνασπισμού Νίκος Κωνσταντόπουλος δηλώνει: Να αφήσουμε τη δικαιοσύνη να επιτελέσει το έργο της.

Ωστόσο μερικά χρόνια πριν, ύστερα από τις ενέργειες της 17Ν κατά δικαστικών λειτουργών στα τέλη του 1988 και στις αρχές του 1989, εξαιτίας σκανδαλωδώς ευνοϊκών αποφάσεων για κολοσσιαίες απάτες μεγάλων ελληνικών επιχειρηματικών ομίλων ο γραμματέας της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, Ε. Παλαιοκαστρίτης, βρέθηκε σε θέση απολογουμένου και παραδέχονταν ότι: Υπάρχουν εκείνοι που έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν και να κατευθύνουν τη δικαιοσύνη εκεί που θέλουν. Σε περιπτώσεις μεγάλου ενδιαφέροντος μπαίνουν σε λειτουργία οι μηχανισμοί εξάρτησης της Δικαιοσύνης.    

Οι εντεταλμένοι καθεστωτικοί εγκατέλειψαν τη γραφικότητα και επιδόθηκαν εκ του ασφαλούς σε λυσσώδεις ύβρεις: καθάρματα, δολοφόνοι, στυγνοί, εγκληματίες, σκουπίδια, πρόστυχη- κακιά μάνα, βλέμμα ψυχρό σαν ατσάλι. Τα περί “πληρωμένων” και “συμβολαίων θανάτου” τα εγκατέλειψαν γρήγορα, όταν κατάλαβαν τις συνεπαγωγές. Ποιοι πλήρωναν τα συμβόλαια; Το κράτος; Οι πλούσιοι; Για την πολιτική-ιδεολογική επίθεση πάντως, όπως έγραφε εκείνη την περίοδο ο Μιχάλης Ιγνατίου στην εφημερίδα Έθνος, πλήρωναν και οι Αμερικανοί, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν συχνά συγκεκριμένα ελληνικά μέσα ενημέρωσης. Και δεν ήταν μόνο οι μηχανισμοί της επίσημης προπαγάνδας που πλούτιζε. Ένας ολόκληρος κόσμος πληροφοριοδοτών, πολιτικών, αστυνομικών και αξιωματούχων θησαύριζε από τους πακτωλούς των μυστικών κονδυλίων για την παροχή “κρίσιμων” και “αξιοποιήσιμων” πληροφοριών για την εξάρθρωση της 17Ν. Όπως θα αποκαλύπτονταν στη δίκη της 17Ν στα μέσα Δεκεμβρίου του 2003 μόνο σε μια πληρωμή για εξαγορά πληροφοριών που αφορούσε το φιάσκο στην οδό Λουΐζης Ριανκούρ, στις 27 Μαρτίου 1992, είχαν καταβληθεί ένα δισεκατομμύριο δραχμές. Δεν αποκλείεται αρκετοί από αυτούς να θρήνησαν το τέλος της ένοπλης δράσης της τρομοκρατικής οργάνωσης. Ανάμεσά τους και κάποιοι επιτήδειοι “δημοσιογράφοι” που εκβίαζαν μέλη της εγχώριας λματ (λούμπεν μεγαλοαστική τάξη) για να μην βγάλουν τα άπλυτά τους στα φόρα.      

Ελάχιστες και μετρημένες υπήρξαν οι φωνές διαμαρτυρίας για την καταπάτηση των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων μέσα στο υστερικό πανδαιμόνιο της απομυθοποίησης, της γελοιοποίησης, της τρομολαγνείας, του κανιβαλισμού και των καταδόσεων: Μα πως τους τραβολογάνε, πως τους διασύρουν έτσι; Μου θυμίζουν παλιά, που έσερναν στο χωριό τα κομμένα κεφάλια των ανταρτών. Μπέης, Τσαρουχάς, Καλαϊτζής, Λαζόπουλος. Κάποιες ομάδες από τον αντιεξουσιαστικό-αναρχικό χώρο. Το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα χρησιμοποίησε τον όρο “πολιτικοί κρατούμενοι”, αναφέρθηκε στη 17Ν ως οργάνωση της επαναστατικής αριστεράς και εξέφρασε την “αλληλεγγύη σε συντρόφους με τους οποίους διαφωνούμε”.

Τουλάχιστον οι ξένοι επικυρίαρχοι είχαν την ψυχρή συναίσθηση του ιστορικού τους ρόλου. Τοποθετούσαν τα γεγονότα χωρίς συναισθηματισμούς στην πραγματική τους βάση. Δηλαδή στην εμπόλεμη. Τις πρώτες ώρες μετά την ενέργεια κατά του ταξίαρχου Στίβεν Σόντερς, στις 8 Ιουνίου 2000, πριν αρχίσει η οργανωμένη παραπλάνηση, ένας Βρετανός κυβερνητικός αξιωματούχος είχε προβεί σε μια βαρυσήμαντη δήλωση: Έχει να σκοτωθεί Βρετανός αξιωματικός στην Αθήνα από το 1945.

Είναι όμως σκόπιμη και μια αναδρομή στη στάση της τρομοκρατικής οργάνωσης 17Ν απέναντι στην Αστυνομία και τα όργανα της τάξης.

Στο κείμενο της ανάληψης της ευθύνης για την ενέργεια κατά των ΜΑΤ στις 26 Νοεμβρίου 1985, η 17Ν ξεκαθάριζε τη θέση της απέναντι στους ένοπλους κρατικούς θεσμούς: Τα ΜΑΤ είναι ένοπλη συμμορία στην υπηρεσία των ισχυρών και τα εγκλήματά τους δεν θα μείνουν ατιμώρητα. Μετά την επίθεση των ομάδων κρούσης της ΟΝΝΕΔ - Κενταύρων και Ρέιντζερς - και τη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα από τον Γιάννη Καλαμπόκα στις 8 Ιανουαρίου 1991, αλλά και εξαιτίας των τεράστιων μαθητικών κινητοποιήσεων ενάντια στο νομοσχέδιο του τότε υπουργού Παιδείας Βασίλη Κοντογιαννόπουλου, τα ΜΑΤ, ενθαρρυμένα από την κυβέρνηση της ΝΔ, επιτέθηκαν άγρια, εξαπολύοντας και χημικό πόλεμο, για να τις καταστείλουν. Στη διάρκεια των επιθέσεων, στις 9 Ιανουαρίου 1991, είχε προκληθεί εμπρησμός στο κατάστημα Κ. Μαρούση, όπου είχαν βρει τραγικό θάνατο τέσσερις πολίτες. Το πόρισμα της ΕΛ.ΑΣ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για εμπρησμό των αναρχικών. Οι συλλογικότητες είχαν μιλήσει για εγκάθετους στον χώρο των αναρχικών, που φρόντιζαν με προβοκατόρικες ενέργειες να παρασύρουν το κίνημα αντίστασης στην καταστροφή. Άλλωστε, όταν από τις αρχές του 1992 η κυβέρνηση Κων. Μητσοτάκη προωθούσε την ιδιωτικοποίηση της ΕΑΣ είχαν αποκαλυφθεί τέτοιες περιπτώσεις. Στις 25 Αυγούστου 1992 οι πρώην εργαζόμενοι της ΕΑΣ είχαν αντιληφθεί την παρουσία ενός ατόμου με ύποπτη συμπεριφορά. Όταν τον ακινητοποίησαν και τον έψαξαν, βρήκαν πάνω του την υπηρεσιακή του ταυτότητα. H ΕΛ.ΑΣ είχε αναφέρει ότι ο Δ.Α ήταν αστυνομικός “σε διατεταγμένη υπηρεσία λόγω κινδύνου επεισοδίων”. Είχε χρειαστεί η παρέμβαση του προέδρου των εργαζομένου Ανδρέα Κολλά για να γλιτώσει ο δύσμοιρος αστυνομικός κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή από του χάρου τα δόντια. Αντίστοιχη δράση είχε και ο δασοπυροσβέστης του Δασαρχείου Πεντέλης Μ.Ν που κατηγορήθηκε ότι έσπαγε παρμπρίζ λεωφορείων με πέτρες, προσποιούμενος τον απεργό της ΕΑΣ. Και ενώ συνέβαιναν όλα αυτά ο τότε πρωθυπουργός Κων. Μητσοτάκης δήλωνε δημόσια το 1992 προς τους αστυνομικούς το εφιαλτικό: “εσείς είστε το κράτος”.

Και βέβαια η άνευ προηγουμένου κυβερνητική ενθάρρυνση της εποχής εκείνης προς την Αστυνομία απαιτούσε και μια επιπρόσθετη εγκληματική εκδούλευση απ’ την πλευρά της υπηρεσίας.

Ήδη από τα τέλη του 1990 διαπιστώνονταν ότι η Αστυνομία είχε εντολές να μην προειδοποιεί για τις επικείμενες βομβιστικές επιθέσεις για τις οποίες ενημερωνόταν από τις εφημερίδες. Πριν την επίθεση με ρουκέτα κατά των γραφείων της ΕΟΚ στις 19 Δεκεμβρίου 1990, ο δημοσιογράφος της Ελευθεροτυπίας που είχε ειδοποιηθεί από τη 17Ν αναγκάστηκε να τρέξει ο ίδιος να αποκλείσει την κυκλοφορία. Η Αστυνομία δεν είχε κάνει τίποτα. Το ίδιο, αλλά στην προκειμένη περίπτωση εκτός από εγκληματικό, επιπλέον και πρόστυχο,   είχε συμβεί στη συμβολική επίθεση επίσης με ρουκέτα στην περιοχή του ξενοδοχείου Πεντελικόν. Όπως δήλωναν οι ίδιοι οι τρομοκράτες και ανέφεραν οι εφημερίδες την επόμενη ημέρα είχαν ενημερωθεί “με ιδιαίτερη επιμέλεια”, αλλά είχαν αδρανήσει. Στις εφημερίδες μάλιστα είχε δημοσιευτεί και είχε παρατηρήσει η επιχειρησιακή ομάδα της 17Ν, άνθρωποι της ιδιοκτησίας ψιθύριζαν την επικείμενη επίθεση σε πολιτικούς, όπως τον Γ. Σουφλιά, και σε πλούσιους πελάτες, τους οποίους απομάκρυναν αθόρυβα από το ξενοδοχείο, ενώ άφηναν τους υπαλλήλους και άλλους, κατά την κρίση τους προφανώς ασήμαντους, μέσα στο κτίριο.        

Όσον αφορά όμως τους απλούς αστυνομικούς η 17Ν δήλωνε ότι: Δεν τους θεωρούμε εκ προοιμίου εχθρούς, εκτός βέβαια αν βγάλουν πιστόλι και πυροβολήσουν.

Ο Δημήτρης Κουφοντίνας στο βιβλίο του Γεννήθηκα 17 Νοέμβρη, που θεωρώ ότι κάποτε θα αποβεί κλασικό όχι μόνο στην κατηγορία του, αλλά και για τις έστω υπαινικτικές, ωστόσο έγκυρες αναφορές σε κάποιες σκιασμένες περιοχές της ελληνικής ιστορίας, και αποτέλεσε την κύρια πηγή γι αυτήν την ανάρτηση, γράφει σχετικά: Αυτήν την προειδοποίηση την έλαβαν πολύ σοβαρά υπόψη τους οι αστυνομικοί. Δεν ήταν λίγες οι φορές που το διαπιστώσαμε. Πολλές φορές, σε ενέργειες που φαινόταν ότι ήταν έργο της οργάνωσης, περιπολικά και μοτοσικλέτες έφταναν καθυστερημένα στο σημείο της επίθεσης ή έστριβαν σε αντίθετη κατεύθυνση, πάντως δεν μας καταδίωκαν. Κάποια φορά, όταν χρειαστήκαμε την ταυτότητα ενός αστυνομικού, μαζί με τα άλλα χαρτιά του βρήκαμε και το σχετικό απόσπασμα της προκήρυξης της 17Ν, με την προειδοποίηση προς τους αστυνομικούς. Προσεκτικά κομμένο από την εφημερίδα και πλαστικοποιημένο.     

Μόνο για μια περίπτωση εξέφρασε τη λύπη της η 17Ν και ο Δημήτρης Κουφοντίνας ζήτησε δημόσια συγγνώμη στο δικαστήριο. Ήταν η περίπτωση του θανάτου του 20-χρονου Θάνου Αξαρλιάν, ο οποίος τη στιγμή της ενέργειας της 14ης Ιουλίου 1992, είχε διεισδύσει στο χρονικό κενό, στο τυφλό σημείο της παρατήρησης. Το γεγονός ότι αυτό ήταν το μοναδικό τέτοιο λάθος ύστερα από δεκάδες δυναμικές ενέργειες δεν αφαιρεί τίποτα από την τραγικότητα. Αναφερόμενος στο γεγονός ο Δ. Κουφοντίνας λέει: Ένας αθώος άνθρωπος, ο Θάνος Αξαρλιάν, ένας από τους δικούς μας, για αυτούς που αγωνιζόμασταν να έχουν ένα καλύτερο αύριο, έμεινε δίχως αύριο. Ούτε και το γεγονός ότι οι αστυνομικοί είχαν μπλοκάρει επί μισή σχεδόν ώρα το ασθενοφόρο περιορίζει την ευθύνη της 17Ν.

Στα μέσα του 2000 το συνολικό ποσό των επικηρύξεων για τη 17Ν είχε φτάσει και ξεπερνούσε το ποσό των 3,5 δισεκατομμυρίων δραχμών. Η πρεσβεία των ΗΠΑ διένειμε και καταχωρούσε τη δική της επικήρυξη: Η κυβέρνηση των ΗΠΑ προσφέρει δύο εκατομμύρια δολάρια για πληροφορίες σχετικά με την τρομοκρατική οργάνωση 17 Νοέμβρη. Η ταυτότητα του ατόμου που θα δώσει την πληροφορία αυτή δεν θα αποκαλυφθεί, καθώς αυτός και η οικογένειά του μπορούν να μετεγκατασταθούν στις ΗΠΑ.

Οι δελεαστικές προτάσεις δεν έφεραν κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Αν και διάφοροι θιασώτες της κυβέρνησης Κων. Μητσοτάκη, για λόγους προφανείς που αναφέρθηκαν πιο πάνω, διατείνονταν ότι “ακουμπούσαν” τη 17Ν και ότι θα την εξάρθρωναν εάν δεν είχαν ανατραπεί, κανείς δεν μπόρεσε ή δεν τόλμησε να διεκδικήσει τα ποσά των επικηρύξεων.

Ο Δημήτρης Κουφοντίνας αναγνωρίζει μια δονκιχωτική διάσταση στη δράση της τρομοκρατικής οργάνωσης. Παρουσιάζει τους λόγους της αδυναμίας να μετουσιωθεί η ευρεία απήχηση στο λαό σε συλλογικό πολιτικό υποκείμενο, δεν αποδέχεται την παλιά αρχή της παρανομίας που θέλει να δικαιώνεσαι, όταν αποτύχεις. Έτσι η αυτοαναφορική διήγησή του δεν κλείνει απελπιστικά: Το διπλό πρωταρχικό λάθος της οργάνωσης: Η μονόπλευρη δράση, η μονόπλευρη εσωτερική ανάπτυξη. Πίσω όμως από αυτό το πρωταρχικό λάθος, που οδήγησε στο 1992 και στο 2002, βρίσκεται στην πραγματικότητα ο τρόπος που αντιλήφθηκε το κίνημά μας την επανάσταση. Παρότι δεν παύαμε να διακηρύσσουμε την επανάσταση ως πολύμορφη διαδικασία, ωστόσο στην πρακτική και τη σκέψη μας δεν παύαμε να τη θεωρούμε ένοπλη αναμέτρηση.

Γι’ αυτό ρίξαμε το βάρος στην οικοδόμηση ενός αποτελεσματικού, ομοιογενούς ένοπλου μηχανισμού, με αυτοδύναμη και αυτόνομη παράνομη υποδομή.

Γι’ αυτό δεν εισδύσαμε στο μαζικό κίνημα, γι’ αυτό δεν προωθήσαμε την πολιτική εκείνη οργάνωση που θα κεφαλαιοποιούσε τη “δημιουργία συνείδησης μέσα από τη δράση” που είχε συντελεστεί, όπως καταγράφονταν διαχρονικά ακόμα και μέσα από τις δημοσκοπήσεις. Η πείρα του επαναστατικού κινήματος, παγκόσμια αλλά και στη χώρα μας, δείχνει πως αυτή η οργανωτική διείσδυση στην κοινωνία της εργασίας και του αγώνα είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί.  

Σε μια δημοσκόπηση που είχε δημοσιευθεί στο Βήμα στις 28 Απριλίου 2002, περίπου δύο μήνες πριν την συμπτωματική αποκάλυψη της 17Ν, το 23,7% των ερωτηθέντων, “συνέλληνες” τους χαρακτήριζε ο Γ. Μαρίνος, δήλωνε ότι αποδέχονταν τις ιδεολογικές θέσεις και τις ενέργειες της τρομοκρατικής οργάνωσης.

Δέκα χρόνια αργότερα σ’ ένα άρθρο του στις 11 Ιουνίου 2012 στην Guardian ο γνώστης περί τα ελληνικά και έγκριτος ιστορικός Mark Mazower έγραφε: November 17 – once Europe's most feared terrorist group. (17 Νοέμβρη – κάποτε η φοβερότερη τρομοκρατική οργάνωση της Ευρώπης)

Κλείνω μ’ ένα σύντομο απόσπασμα από τις Χαμένες Ψευδαισθήσεις του Ονορέ ντε Μπαλζάκ, που τόσο εκτιμούσε ο Karl Marx, επικαλείται ο Thomas Piketty στα παγκόσμια best sellers του και θαυμάζει ο Δημήτρης Κουφοντίνας:

- Πρέπει να αρχίσετε λοιπόν να υπακούτε τον κόσμο και να τον μελετάτε καλά. Οι σοφοί μελετούν τα βιβλία, οι πολιτικοί μελετούν τους ανθρώπους, τα συμφέροντά τους, τις αιτίες που προκαλούν τις πράξεις τους. Έτσι ο κόσμος, η κοινωνία, οι άνθρωποι στο σύνολό τους είναι μοιρολάτρες, λατρεύουν το γεγονός. Ξέρετε γιατί τώρα σας κάνω αυτό το μάθημα ιστορίας; Γιατί πιστεύω πως έχετε υπέρμετρη φιλοδοξία.

- Μάλιστα, πάτερ μου.

Παραπομπές:

1. Ο Συνασπισμός της Αριστεράς και της Προόδου δημιουργήθηκε ως εκλογική συμμαχία πριν τις εθνικές εκλογές του Ιουνίου του 1989, έχοντας ως κύριους εταίρους τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της Αριστεράς: το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και την Ελληνική Αριστερά, μετεξέλιξη του ευρωκομμουνιστικού Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού. Στο Συνασπισμό είχαν προσχωρήσει επίσης η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά, η Σοσιαλιστική Πορεία του Νίκου Κωνσταντόπουλου, το Κόμμα Δημοκρατικού Σοσιαλισμού και προσωπικότητες από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και το κέντρο, όπως ο Μανόλης Δρεττάκης και ο Στάθης Παναγούλης. Οι Χαρίλαος Φλωράκης και Λεωνίδας Κύρκος ανέλαβαν αντίστοιχα τις θέσεις του προέδρου και του γραμματέα του κόμματος.  

2. Το 1952 υπήρχαν υπό ελληνική σημαία 489 πλοία, χωρητικότητας 1.270 χιλιάδων Gross Register Tonnage. Το 1962 ο αριθμός τους είχε φτάσει στα 1.232 πλοία με χωρητικότητα 6.774 χιλιάδες GRT. Ενδεικτική είναι η κλιμάκωση της επιστροφής από τις σημαίες ευκαιρίας (Παναμάς, Λιβερία, Ονδούρα, Κόστα Ρίκα) μετά το 1958. Η χωρητικότητα που από το 1953 έως το 1958 είχε φτάσει στους 700 χιλ GRT, τα επόμενα τρία χρόνια, 1959-60-61, περνάει τα 4 εκατομμύρια GRT.

Ο επαναπατρισμός των ποντοπόρων πλοίων δεν οφείλονταν μόνο στην διευκόλυνση που εξασφάλιζε η άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης να υιοθετήσει την τουρκική πρόταση για αμοιβαία επέκταση των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο στα 12 ν.μ. Εξίσου σημαντική ή και σημαντικότερη υπήρξε η παράταση της φοροαπαλλαγής, που αρχικά κάλυπτε τα πρώτα εφτά χρόνια από τη ναυπήγηση του πλοίου.

Εκτός αυτού όμως, σύμφωνα με σχετική έκθεση του OECD, το 1962 η Ελλάδα εισέπραττε για κάθε τόνο χωρητικότητας 20 δολάρια ετήσιο φόρο, όταν άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Βρετανία, η Ιταλία και η Νορβηγία, εισέπρατταν από 50 έως και 80 δολάρια. Έστω κι αυτοί οι ταπεινωτικοί όροι που επέβαλαν Έλληνες εφοπλιστές στην πατρίδα τους που πένονταν συνέβαλαν στη σχετική εξισορρόπηση του ισοζυγίου πληρωμών. Από το 1953 έως και το 1963 οι εισπράξεις που πραγματοποιήθηκαν από τον κλάδο έφτασαν από τα σχεδόν 23 εκ. δολάρια το χρόνο στα 125 εκ.          

Jean Meynaud, Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα 1946-1965, Εκδόσεις Σαββάλα, 2002, τόμος Α΄, Σελ 437-439.  

3. Έτσι είχε απαντήσει η 17Ν στις 27 Νοεμβρίου 1985 στη δήλωση του Αθανάσιου Μελίστα: έχασα την ψυχραιμία μου. Ο εν λόγω αστυνομικός είχε σημαδέψει και είχε πυροβολήσει θανάσιμα στο κεφάλι από απόσταση είκοσι περίπου μέτρων τον 15-χρονο Μιχάλη Καλτεζά. Ο νεαρός μετείχε σε ομάδα που είχε επιτεθεί με μολότοφ και είχε πυρπολήσει κλούβα των ΜΑΤ μέσα στην οποία βρισκόταν και ο Α. Μελίστας. Οι αστυνομικοί είχαν προλάβει να βγουν χωρίς να τραυματιστούν και αρκετοί από αυτούς πυροβόλησαν στο αέρα για εκφοβισμό. Εκτός του Α. Μελίστα. Αυτός στόχευσε και πυροβόλησε προς την ομάδα που είχε επιτεθεί και που στο μεταξύ είχε τραπεί σε φυγή, τραυματίζοντας θανάσιμα τον Μ. Καλτεζά. Στις 26 Νοεμβρίου του 1985 η 17 Νοέμβρη, σε αντίποινα για τη δολοφονία του Καλτεζά, επιτέθηκε με βόμβα σε κλούβα των ΜΑΤ με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο αρχιφύλακας Νίκος Γεωργακόπουλος και να τραυματιστούν δεκατέσσερις συνάδελφοί του.                 

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)