Αργότερα μάλιστα σε μια ανακοίνωσή του το Πολιτικό Γραφείο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας υπερθεματίζοντας τόνιζε ότι: Η συνεπέστερη σοσιαλιστική πολιτική μπορεί πάντοτε να συμβιβαστεί με τον αυστηρότερο ρεαλισμό και την υψηλού επιπέδου πρακτικότητα2.
Ως ένα αποτέλεσμα του προσανατολισμού αυτού θ’ ακολουθούσε η Συμφωνία του Rapallo στις 16 Απριλίου 1922 μεταξύ Γερμανίας-Ρωσίας, στο μυστικό προσάρτημα της οποίας προβλέπονταν η εκπαίδευση γερμανικών στρατιωτικών μονάδων σε σοβιετικό έδαφος με σκοπό την παράκαμψη των σχετικών περιορισμών που είχαν επιβληθεί στους Γερμανούς με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών του 19193.
Από την άλλη πλευρά η συμπεριφορά της πλειονότητας των σύγχρονων πολιτικών έναντι του χρήματος, ακόμη και προς αυτό το φιλοδώρημα των τριακοσίων ευρώ, μ’ έκανε να αναπολήσω τη στάση του Ιωάννη Καποδίστρια αναφορικά με το θέμα.
Ευχαριστώντας ο Κυβερνήτης την Δ΄ Εθνοσυνέλευση στο Άργος και αρνούμενος να δεχθεί τον ετήσιο μισθό των 180.000 φοινίκων4 για τις υπηρεσίες του, έγραφε σε επιστολή του της 4ης Αυγούστου 1829 προς το Σώμα:
Δια τον αυτόν τούτον λόγον θέλομεν αποφύγει και ήδη το να δεχθώμεν την προσδιοριζομένην ποσότητα δια τα έξοδα του αρχηγού της Επικρατείας, απεχόμενοι, εν όσω τα ιδιαίτερά μας χρηματικά μέσα εξαρκώσιν, από του να εγγίσωμεν μέχρι και οβολού τα δημόσια χρήματα προς ιδίαν ημών χρήσιν. Οψέποτε δε βιασθώμεν εις τούτο, εξαντληθέντων διόλου των ιδιαιτέρων ημών πόρων, τότε θέλομεν καταφύγει εις το δημόσιον ταμείον, πλην μόνον δια τα έξοδα, όσα απαιτεί η εκτέλεσις των καθηκόντων μας. Αλλά προς τούτο, καθώς μετεχειρίσθημεν άχρι τούδε, απαραλλάκτως θέλομεν μεταχειρισθή και εις το εξής ακριβεστάτην οικονομίαν καθότι αποστρεφόμεθα το να προμηθεύωμεν ημάς αυτούς τας αναπαύσεις του βίου, αι οποίαι προϋποθέτουσι την ευπορίαν, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων, περικυκλωμένοι από πληθύν ολόκληρον ανθρώπων, βεβυθισμένων εις εσχάτην αμηχανίαν.5
Αξιολογώντας την εν λόγω πολιτική περίοδο ο Νικόλαος Κασομούλης (1795-1872), από τους σημαντικότερους αγωνιστές και έγκριτος ιστορικός της Ανεξαρτησίας, έγραφε στα Ενθυμήματα Στρατιωτικά Της Επαναστάσεως Των Ελλήνων 1821-1833 ότι : Το βουλευτικόν μετατρέπεται σε χοιροστάσιον.
Ο ιστορικός της νεοελληνικής λογοτεχνίας Κ Θ Δημαράς εκτιμά το έργο του Νικόλαου Κασομούλη ως εφάμιλλο εκείνου του Ιωάννη Μακρυγιάννη. Ο Σπύρος Μαρκεζίνης στην Πολιτική Ιστορία του της Νεωτέρας Ελλάδος χαρακτηρίζει τον Ν Κασομούλη ως αντικειμενικότερο του Ι Μακρυγιάννη.
Παραπομπές:
1&2. Edward Hallett Carr, The Bolshevik Revolution, 1917-1923, volume 3, p 70 & 161, W. W. Norton, New York-London, 1985.
3. Η εκπαίδευση διήρκησε από το 1925 έως το 1933 στην περιοχή της ρωσικής πόλης Lipezk. Ανάμεσα σ’ εκείνους που απεστάλησαν εκεί ήταν ο μετέπειτα Στρατηγός και θεωρητικός του πολέμου Heinz Guderian και ο Walther von Brauchitsch, Αρχηγός του Γερμανικού Στρατού από το 1938 και μέλος του Μυστικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής. Ο πρώτος, που είχε πάρει το προσωνύμιο Der Schnelle Heinz λόγω της επιτυχούς εφαρμογής της στρατηγικής του Blitzkrieg στις εκστρατείες εναντίον της Πολωνίας, της Γαλλίας και της Σοβιετικής Ένωσης, γνωρίζοντας τις πραγματικές δυνατότητες των Ρώσων, είχε προσπαθήσει μάταια να αποτρέψει τον A Hitler από τη σχεδιαζόμενη αναμέτρηση στο Kursk. Η θρυλική αναμέτρηση, η μεγαλύτερη και σημαντικότερη αρματομαχία όλων των εποχών, διεξήχθη την περίοδο από τις 5 Ιουλίου έως τις 23 Αυγούστου 1943 και έληξε με την επιτυχία της σοβιετικής αντεπίθεσης. Η σοβιετική επικράτηση είχε ως αποτέλεσμα τη λήξη, μέχρι το τέλος του πολέμου, των γερμανικών επιθέσεων στο Ανατολικό Μέτωπο και την απόκτηση της υπεροχής από τους Σοβιετικούς σε όλες τις κατευθύνσεις του γερμανοσοβιετικής γραμμής αντιπαράθεσης. (Vertrag von Rapallo,https de.wikipedia.org & Schlacht bei Kursk 1943 - Deutsches Historisches Museum,www.dhm.de)
4.Η σημερινή αξία του φοίνικα, που υποδιαιρούνταν σε 100 λεπτά, θα μπορούσε να προσεγγιστεί παίρνοντας υπ’ όψιν κάποια οικονομικά στοιχεία του 1829. Έτσι το ημερομίσθιο του εργάτη για απασχόληση από της 8ης πρωινής μέχρι της 17ης τον χειμώνα και από της 6ης πρωινής μέχρι της 19ης το θέρος έφτανε κατά μέσο όρο τα 60 λεπτά με ανύπαρκτη κοινωνική ασφάλιση. Μια οκά ψωμί κόστιζε 27 λεπτά, μια οκά κρέας 26 και μια οκά τυρί 35. Η οκά, λέξη που παράγεται απ' την τουρκική okka, ήταν η οθωμανική μονάδα μέτρησης μάζας, ίσχυε στην Ελλάδα έως την 1η Απριλίου 1959 και ισούταν με 400 δράμια ή 1280 γραμμάρια.
5. Ανδρέας Ζανή Μάμουκας, Τα κατά την αναγέννησιν της Ελλάδος. Ήτοι, συλλογή των περί την αναγεννώμενην Ελλάδα συνταχθέντων πολιτευμάτων, νόμων και άλλων επισήμων πράξεων από του 1821 μέχρι του 1832. Τόμος ΙΑ΄ Σελ 885 Πειραιάς 1839, Τυπογραφία Ηλίου Χριστοφίδου, Η αγαθή τύχη.