Η θεωρία του σοσιαλφασισµού, απ' όπου και το προηγούμενο απόσπασμα, αναπτύχθηκε από τον Grigory Zinoviev το 1924, υιοθετήθηκε το ίδιο έτος από τον Joseph Stalin και επικράτησε ως ιδεολογικό ρεύμα στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και στις αρχές του 1930 στις κατευθυντήριες πολιτικές γραμμές της Τρίτης Κομμουνιστικής Διεθνούς (Comintern). Ο σοσιαλφασισμός, όπως ονομάζονταν η σοσιαλδημοκρατία στην ορολογία του εμπνευστή της θεωρίας, G Zinoviev, αποτελούσε την αριστερή πτέρυγα του φασισμού. Ο J Stalin μάλιστα τη χαρακτήριζε δίδυμη αδερφή του. (J W Stalin, Werke, Band 6, S 147, Berlin 1952) Στις ακραίες ή καθαρολογικές ερμηνείες της θεωρίας κάποιοι κατέληγαν να ταυτίζουν το φασισμό με την αστική δημοκρατία. Χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιας περίπτωσης πλάνης, με την αήθη ασφάλεια της ύστερης σοφίας, υπήρξε το σύνθημα του Επικεφαλής του Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος (KPD), Ernst Thälmann, που είχε υποστηρίξει ότι μετά το Χίτλερ έρχονταν η σειρά τους. (Jane Degras, The Communist International 1919-1943: documents, 3, 1929-1943, p 121, Routledge UK) Στον αντίποδα κινούνταν οι θέσεις του Leon Trotsky, ο οποίος υποστήριζε την προσωρινή και τακτική σύμπραξη με τους σοσιαλδημοκράτες εναντίον του φασισμού. (Morris Lewitt, Leon Trotsky, For a Workers’ United Front Against Fascism, 1931, pp 1 & 4)Υπήρχαν όμως και φωνές στους ηγετικούς κύκλους της σοσιαλδημοκρατίας, όπως του μετέπειτα εμβληματικού αρχηγού του SPD, Kurt Schumacher, που απέρριπταν τη συνεργασία με τους κομμουνιστές θεωρώντας τους ως την κόκκινη εκδοχή του μαύρου φασισμού. (Heinrich Potthoff, Kurt Schumacher – Sozialdemokraten und Kommunisten, Frankfurt, 1980, (Online Auszug)
Αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μόλις διαμορφώθηκαν οι νέες σφαίρες επιρροής και εντείνονταν ο ψυχροπολεμικός ανταγωνισμός, η σοσιαλδημοκρατία σε αγαστή συνεργασία με τη συντήρηση και με την ενθάρρυνση των οικονομικο-στρατιωτικών πολυεθνικών κολοσσών της Δύσης προήγαγε το κοινωνικό κράτος και έδωσε χώρο στις πολιτικές ελευθερίες, κυρίως στον κεντρικό ευρωπαϊκό πυρήνα, ώστε να δημιουργήσει το αναγκαίο ανάχωμα στις ιδεολογικές επιρροές της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Σε δημοκρατικά υπανάπτυκτες χώρες, όπως η δική μας, επιβλήθηκαν δικτατορίες. Μετά την κατάρρευση, καθώς εξέλιπε το αποκαλούμενο αντίπαλο δέος, βαθμηδόν εξέλιπαν και τα επιχειρήματα της σοσιαλδημοκρατίας για την υποστήριξη του κοινωνικού κράτους, το οποίο αφελώς και παραπλανητικά παρουσιάζονταν ως κατάκτηση των εργαζομένων. Η λεγόμενη μεσαία τάξη μπορούσε πλέον να εγκαταλειφθεί στη μοίρα της, οπότε η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία περιέπεσε στην πολιτική ανυποληψία και ασημαντότητα. Τα ηνία ανέλαβε η πρώτου βαθμού ιδεολογική συγγενής της, η κεντροδεξιά, ως η αυθεντικότερη εκπρόσωπος των αρχουσών ομάδων. Τις απειλές αυτής της σύμπραξης τις περιέγραφε εναργώς και αρμοδίως ο 34ος Πρόεδρος των ΗΠΑ, Dwight Eisenhower, όταν ήδη από τον Ιανουάριο του 1961 στον περίφημο αποχαιρετιστήριο λόγο του προειδοποιούσε για τους κινδύνους κατά της δημοκρατίας από τις επιρροές του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος στην πολιτική.
Τηρουμένων των αναλογιών και αφού συν τοις άλλοις απεκατέστησαν την ευρεία απάτη στα επίπεδα της δημόσιας αρετής, τόσο το ελληνικό κακέκτυπο της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, όσο και η καρικατούρα της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς, απομακρύνθηκαν από την εξουσία. Το πολιτικό κενό εκλήθη να καλύψει ο αδαής καιροσκόπος Α Τσίπρας και το ανεκδιήγητο συνονθύλευμα της αδίστακτης σπείρας των δήθεν ευρωπαϊστών αναθεωρητών του. Ανερυθρίαστα παρουσίασαν τον τυχοδιωκτικό σχηματισμό τους ως προοδευτικό για να συκοφαντήσουν αξιόπιστα το σύνολο του ιδεολογικού χώρου. Η αντίδραση πρόβαλε με ικανοποίηση και χαιρεκακία την αποτυχία τους συλλήβδην στην αριστερά για να υψωθεί ένα ακόμη εμπόδιο στο ενδεχόμενο αποσκίρτησης ψηφοφόρων προς τους κομουνιστές. Αν σήμερα θα έπρεπε να περιγραφεί με μια λέξη το ιδεολογικό στίγμα της κυβέρνησης, τότε η καταλληλότερη θα ήταν: σοσιαλφασισμός. Κάτω από το συγκεκριμένο ιστορικό και πολιτικό πρίσμα οι επιλογές και οι ενέργειες της σημερινής κυβέρνησης δεν πρέπει να εκπλήσσουν, ούτε και μπορούν να θεωρούνται αντιφατικές. Υπήρξαν σκόπιμες και σχεδιασμένες και, επειδή του λοιπού καθίστανται αναπόφευκτες, μπορούν κάλλιστα να προβλεφτούν. Τα υπόλοιπα είναι απλά επεισόδια της ίδιας ανιαρής πολιτικής σειράς, η όποια δραματικότητα της οποίας αφορά αποκλειστικά και μόνο το λαό και κυρίως τις ποιο αδύναμες τάξεις του.
Ο αμερικανός μεγιστάνας Warren Buffett, ιδρυτής και ιδιοκτήτης του επενδυτικού οίκου Berkshire Hathaway, ήταν απόλυτα ειλικρινής, όταν μετά την εκδήλωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης, δήλωνε χωρίς περιστροφές ότι η τάξη του είχε αρχίσει έναν πόλεμο και τον κέρδιζε.
Το μακρινό 1932, στην προεκλογική περίοδο του Σεπτεμβρίου, ο Ριζοσπάστης προειδοποιούσε: ο τιμάριθμος της ζωής τραβά και πάλι τον ανήφορο. Η ζωή για τον εργάτη, τον αγρότη, τον υπάλληλο, το φτωχό βιοπαλαιστή, γίνεται πιο ακριβή, πιο αδύνατη. Καινούργιες µαύρες µέρες πείνας ξημερώνουν για τον εργαζόμενο λαό. Ο χειμώνας που έρχεται θα είνε ο πιο δύσκολος απ’ όλους που ως τα σήμερα γνώρισε η φτωχολογιά. Σύμφωνα με το όργανο του κόμματος, που με τον Ν Ζαχαριάδη στην ηγεσία είχε υιοθετήσει πλήρως τις απόψεις της Τρίτης Διεθνούς, ο Ελευθέριος Βενιζέλος και οι Κυβερνήσεις του ήταν: ο κυριότερος αίτιος της λαϊκής δυστυχίας, ο µαύρος δαίμονας του εργαζόμενου λαού. Αυτός που τέσσερα χρόνια τώρα έσπειρε παντού τη φρίκη, την πείνα, την καταστροφή, το θάνατο. Αυτός που κουτσούρεψε το μεροκάματο του εργάτη, του υπαλλήλου και πέταξε στους δρόµους εκατοντάδες ανέργους χωρίς δουλειά. Συνοδοιπόροι του ήταν και οι υπόλοιποι αρχηγοί: μέσα στα τέσσερα χρόνια µε τους οµοίους του Τσαλδάρη, Καφαντάρη, Παπαναστάση, Αγροτιστές, έσπειρε τη φρίκη, την πείνα και τη δυστυχία, µετέβαλε όλη τη χώρα σε ένα απέραντο νεκροταφείο. Τέλος και το κόµµα του Αλέξανδρου Παπαναστασίου βρισκόταν στο στόχαστρο: καµµιά δημαγωγική, εργατοαγροτική µάσκα και καµµιά αντιβενιζελική, αντικεφαλαιοκρατική δηµαγωγία, δεν είνε ικανή να κρύψει την πραγµατικότητα, να σκεπάσει το ουσιαστικό γεγονός ότι ο Παπαναστασίου και το σκυλολόι του είνε ένα κεφαλαιοκρατικό-αντεργατικό κόµµα, σύμφωνο βασικά µε τη βενιζελική πολιτική και ότι µε τη φρασεολογία για την υπεράσπιση των εργατοαγροτικών συµφερόντων επιδιώκει να εξαπατήσει τις εργαζόμενες µάζες: Η θέση της εργατιάς και της φτωχολογιάς των πόλεων δεν είνε στο Παπαναστασιακό Κόµµα, αλλά στις γραµµές του Ενιαίου Μετώπου. (Ριζοσπάστης της 12ης, 14ης,15ης,17ης,19ης και 26ης Σεπτεμβρίου 1932)
Τότε αυτές οι απόψεις αποδείχτηκαν προφητικές. Σήμερα, αν θα πρέπει να σταθούμε έντιμα απέναντι στα γεγονότα, πέρα απο κομματικές ταυτίσεις, είναι απλώς επίκαιρες.