19:26  Πέμπτη, 21  Νοεμβρίου  2024 
elendetr

Γερμανική Στάση & Ελληνοτουρκικά

Σάββατο, 15 Αυγούστου 2020 14:28
Διαβάστηκε 1053 φορές
Γερμανική Στάση & Ελληνοτουρκικά Κ Μητσοτάκης, A Merkel, R T Erdoğan.

Πως η ευρωπαϊκή ανταπόκριση στον τουρκικό αναθεωρητισμό το 1936 επέτρεψε την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 6 ν.μ.

Η γερμανική στάση που εμπόδισε την έκδοση κοινού ανακοινωθέντος της Ε.Ε. σε βάρος της Τουρκίας για τις ενέργειές της στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο προκάλεσε τη συνηθισμένη και ανιαρή "αγανάκτηση" των ανιστόρητων (;) και δημαγωγικών κύκλων στη Ελλάδα.Οι δηλώσεις των λαϊκιστών διακρίνονται πάντα και περισσότερο για τον υποκριτικό συναισθηματισμό, παρά για την πολιτικότητά τους.

Θυμίζω επιγραμματικά τα παρακάτω:

Της 20 Ιανουαρίου 1976 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκανε δεκτή τη σκοπιμότητα της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Στην ίδια δήλωση γνωμάτευε ότι: Η ΕΟΚ δεν είναι και δεν πρέπει να γίνει μέρος στα προβλήματα Ελλάδος-Τουρκίας. Η ελληνική αίτηση δεν θα πρέπει να επηρεάσει της σχέσεις μεταξύ της Κοινότητας και της Τουρκίας και, ομοίως, δεν θα θιγούν τα δικαιώματα που διασφαλίζονται με τη συμφωνία συνδέσεως ΕΟΚ-Τουρκίας. Επιπρόσθετα αξίζει να σημειωθεί ότι η αρχή της αμοιβαιότητας αποκλείεται ρητά εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Κράτος-Μέλος δεν μπορεί να αρνηθεί να εκπληρώσει υποχρεώσεις του που απορρέουν από το Κοινοτικό Δίκαιο επικαλούμενο την άρνηση συμμόρφωσης άλλου κράτους-μέλους. 

Η Τουρκία παραμένει ο σημαντικότερος πελάτης γερμανικών οπλικών συστημάτων. Σε ένα σύνολο 823,6 εκ. €  γερμανικών εξαγωγών όπλων για το 2019, η Τουρκία αγόρασε από τη Γερμανία όπλα αξίας 344, 6 εκ € ή σχεδόν το 42% του συνολικού μεγέθους (tagesschau, 23 Juni 2020).

Πέρα όμως από την καθοριστική σημασία των εμπορικών σχέσεων, πρέπει κάποιος να εκτιμάει και το ιστορικό υπόβαθρο της "απαθούς" γερμανικής στάσης σε σχέση με τις ελληνικές εθνικές "ευαισθησίες".

Εξαιτίας της εμμονικής γαλλικής εκδικητικότητας, ύστερα τη δεινή ήττα του 1870-1871, και των φοβικών συνδρόμων που στη συνέχεια χαρακτήρισαν τις πολιτικές ηγεσίες της χώρας, αλλά και των βρετανικών ανασφαλειών να μην υπερκεραστεί από οποιαδήποτε ηπειρωτική ευρωπαϊκή δύναμη, όπως αποτυπώθηκαν αθροιστικά στη Συνθήκη των Βερσαλλιών (28 Ιουνίου 1919),  ουδέποτε επιτράπηκε στο γερμανικό λαό, δηλαδή στους πολίτες της Αυστρίας και της Γερμανίας, να συνενωθούν και να συνυπάρξουν σε μια ενιαία κρατική οντότητα. Το 1945 η Γερμανία, αν και βασική, όχι όμως και αποκλειστική, υπαίτιος για τη δεύτερη πράξη του ευρωπαϊκού εμφυλίου πολέμου, απώλεσε το 25% των εδαφών που κατείχε το 1937 και αναγκάστηκε να ενσωματώσει ένα  κύμα τουλάχιστον 12, ίσως και 14, εκατομμυρίων προσφύγων. Από το 1949 έως και το 1990, με τη σοβιετική ζώνη κατοχής, υπό την καταχρηστική μετονομασία της ως Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας, έζησε για πάνω από 40 χρόνια μια επιπλέον ταπεινωτική διαίρεση. Παρόλα αυτά κατόρθωσε να αναδειχτεί στην πρωταγωνιστική οικονομική δύναμη της Ευρώπης. Ποία κατανόηση να δείξει η γερμανική ηγεσία για τα υπολείμματα του ανεδαφικού ελληνικού μεγαλοΐδεατισμού. 

Δαιμονοποιείται και καταγγέλεται ο τουρκικός αναθεωρητισμός. Λες και η ζωή μπορεί να μένει παγωμένη στο χρόνο υπογραφής κάποιων συνθηκών ή να χρειάζεται την άδεια του λαϊκιστικού μεγαλοϊδεατισμού για την εξέλιξή της. Αν αυτή η ανιστόρητη στάση και ανιστορική προσέγγιση είναι πραγματική, τότε αρκεί από μόνη της για να καταδείξει ότι η πολιτισμική μας συνέχεια ως κληρονόνων του αρχαίου ελληνικού πνεύματος είναι προβληματική. Από τον Ηρόδοτο μάθαμε, και μαζί μας ο δυτικός τουλάχιστον κόσμος, τι είναι Ιστορία. Στον Θουκυδίδη χρωστάμε την αποτύπωση των αρχών και κανόνων της Ιστορίας, τουλάχιστον στο κοσμικό επίπεδο. Ωστόσο παραγνωρίζουμε και το νόημα της ιστορικότητας και το περιεχόμενό της και εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις το κάνουμε επιδεικτικά.

Στην προκειμένη περίπτωση αγνοούμε ότι στην ευρωπαϊκή ανταπόκριση στον τουρκικό αναθεωρητισμό και στη διπλωματική αποφασιστικότητα των Ι. Μεταξά και Γεωργίου Β΄ οφείλουμε αρχικά την επέκταση των χωρικών υδάτων από τα τρία στα έξι μίλια το 1936 και δέκα χρόνια αργότερα, το 1946, την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα.

Η ευρωπαϊκή ανταπόκριση στον τουρκικό αναθεωρητισμό της εποχής εκείνης υπήρξε η Συνθήκη του Μοντρέ της 20ης Ιουλίου 1936. Η συνθήκη, που τέθηκε σε ισχύ στις 9 Νοεμβρίου 1936 και καταχωρήθηκε στην τότε Κοινωνία των Εθνών στις 11 Δεκεμβρίου 1936, παραχωρούσε στην Τουρκία τον πλήρη έλεγχο των Στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων και ρύθμιζε την στρατιωτική δραστηριότητα στην περιοχή. Η Τουρκία θα έπρεπε να εγγυάται την ελεύθερη ναυσιπλοΐα από τα μη στρατιωτικά πλοία σε καιρό ειρήνης.Η Συνθήκη του Μοντρέ εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα, με ορισμένες τροποποιήσεις. Ο διπλωματικός στόχος των νικητών του Α΄Π.Π. ήταν να προσεταιριστούν την Τουρκία. (Η οποία ωστόσο θα παρέμενε επιτήδεια ουδέτερη στη διάρκεια του Β΄ Π.Π.) Αυτήν την ευκαιρία αξιοποίησαν οι Ι. Μεταξάς και Γεώργιος Β΄.

Στις 12 Μαρτίου 1936, έξι ημέρες πριν το θάνατό του στις 18 Μαρτίου 1936 στο Παρίσι, ο Ελ. Βενιζέλος σε επιστολή του προς τον στενό συνεργάτη του Αλέξανδρο Ζάννα, που απευθύνονταν στο σύνολο των ηγεσιών των ελληνικών αστικών κομμάτων, εισηγούνταν τις βασικές κατευθύνσεις της ακολουθητέας εξωτερικής πολιτικής. Στο νέο δόγμα προβλέπονταν α) η διατήρηση της φιλίας με την Ιταλία και β) η αποφυγή ανάληψης οποιασδήποτε εξωβαλκανικής υποχρέωσης.

Όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί, συμπεριλαμβανομένων των Κ. Δεμερτζή και Ι. Μεταξά, έλαβαν γνώση της επιστολής και έμειναν σύμφωνοι με τις κατευθυντήριες γραμμές της. Σχεδόν δύο μήνες αργότερα στο Βελιγράδι, στη σύνοδο της 6ης Μαΐου 1936 των ηγεσιών του Βαλκανικού Συμφώνου, ο Ι. Μεταξάς τις ανέτρεψε πλήρως. Το Βαλκανικό Σύμφωνο είχε υπογραφεί στις 9 Φεβρουαρίου 1934 στην Αθήνα από την Κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη. Σ’ αυτό μετείχαν η Ελλάδα, η Τουρκία, η Ρουμανία και η Γιουγκοσλαβία και αποσκοπούσε στη διατήρηση του status quo στα βαλκάνια μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Στην πράξη στόχευε στην αντιμετώπιση του βουλγαρικού αναθεωρητισμού.

Οι εξελίξεις θα δικαίωναν τη διπλωματική μεταστροφή του Ι. Μεταξά και την επιλογή του Γεωργίου Β΄. Τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μακροπρόθεσμα. Βραχυπρόθεσμα με την άμεση διεθνή αναγνώριση της επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 6 ν.μ., δηλαδή με την αύξηση του ελληνικού κυριαρχικού χώρου. Μακροπρόθεσμα με την απόφαση του Συμβουλίου των Υπουργών των Εξωτερικών των τεσσάρων Δυνάμεων στο Παρίσι στις 27 Ιουνίου 1946 για προσάρτηση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Η ανατροπή της διπλωματικής παρακαταθήκης του Ελ. Βενιζέλου από τους Ι. Μεταξά και Γεώργιο Β΄, αναμφισβήτητα και με την ισχυρή παρότρυνση του Βρετανού Πρέσβη Sydney Waterlow, κατά τη διάρκεια των ανακατατάξεων1 των ευρωπαϊκών ισορροπιών στα προεόρτια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, είχε οδηγήσει την Ελλάδα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο στην πλευρά των νικητών. Έτσι σε αναγνώριση των θυσιών του ελληνικού λαού στον πόλεμο οι σύμμαχοι επέβαλαν στην Ιταλία την εκχώρηση της πλήρους κυριαρχίας της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Ωστόσο ύστερα από σοβιετική επιμονή επιβλήθηκε ο όρος της μη στρατιωτικοποίησης της Δωδεκανήσου. Όσον αφορά την αιγιαλίτιδα ζώνη, η επέκταση από τα 3 ν.μ. που προβλέπονταν στη Συνθήκη της Λωζάνης (24 Ιουλίου 1923) στα 6 ν.μ. αύξησε το μέγεθος των χωρικών υδάτων στα 89.599 τ.χλμ. Στο Αιγαίο Πέλαγος η ελληνική κυριαρχία επεκτάθηκε στο 43,3%. Και για να υπάρχει μια παραστατική εικόνα της τάξης του μεγέθους, σημειώνω ότι τα 44.799,5 τ.χλμ. που είχαν προστεθεί υπερβαίνουν κατά 2043,5 τ.χλμ. τη συνολική έκταση της Μακεδονίας (34.178 τ.χλμ.) και της Θράκης (8.578 τ.χλμ.) Επαναλαμβάνω επίσης ότι η αιγιαλίτιδα ζώνη ή τα χωρικά ύδατα είναι η μόνη θαλάσσια περιοχή, επί της οποίας το κράτος ασκεί πλήρη κυριαρχία. Η κυριαρχία αυτή εξομοιώνεται με εκείνην επί του χερσαίου εδάφους. Η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλο κράτος, θα έπρεπε να διασφαλίζει τα δικαιώματα αβλαβούς διέλευσης και πλου διελεύσεως στα στενά διεθνούς ναυσιπλοΐας.

Παραπομπή:

 1.Μετά τη χρεωκοπία της γερμανικής οικονομίας το 1931, στο Συνέδριο της Λωζάνης  το 1932, ο Καγκελάριος Franz von Papen είχε αναστείλει τις περαιτέρω πληρωμές των επανορθώσεων, που είχαν επιβληθεί στη Γερμανία μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις 27 Φεβρουαρίου 1936 η Γαλλία κύρωνε τη Γαλλοσοβιετική Συνθήκη Αμοιβαίας Βοήθειας, που είχε συναφθεί στο Παρίσι στις 2 Μαΐου του 1935. Από τις 16 Μαρτίου 1935 η Γερμανία άρχισε να επανεξοπλίζεται και επίσημα, επαναφέροντας  την υποχρεωτική στρατολόγηση. Ακολούθησε η ανακατάληψη της Ρηνανίας στις 7 Μαρτίου 1936, ως απάντηση στη Γαλλοσοβιετική Συνθήκη. Οι γερμανικές ενέργειες απαντούσαν επίσης και κατά ένα μέρος στην επιμήκυνση της στρατιωτικής θητείας στη Γαλλία, όπως και στην ανανέωση της Γαλλοβελγικής Στρατιωτικής Συμφωνίας, οι οποίες σύμφωνα με τη γερμανική ηγεσία παραβίαζαν τις Συνθήκες του Λοκάρνο του φθινοπώρου του 1925 (5 έως τις 16 Οκτωβρίου). Να θυμίσω ότι μεταξύ 1923 και 1925 η Γαλλία και το Βέλγιο είχαν καταλάβει τη βιομηχανική περιοχή της Κοιλάδας του Ρουρ για να εκβιάσουν την πληρωμή των γερμανικών επανορθώσεων. 

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)
Copyright Κυριάκος Παράσογλου - CrashNews.gr © 2020. Design by Kostas Tsampalis