Η τουρκική ηγεσία, εκτιμώντας ως αποτυχία τη Συνθήκη της Λωζάνης της 24ης Ιουλίου 1923, με την οποία εξασφαλίστηκε σχεδόν το σημερινό μέγεθος της Τουρκίας, δείχνει ότι κατατρύχεται από ένα σύνδρομο μεγαλοϊδεατισμού, συνηθισμένο σε κληρονόμους αυτοκρατοριών, που ουσιαστικά απαξιώνει τον μεγαλειώδη αγώνα της αντίστασης του τουρκικού λαού και της τότε ηγεσίας του.
Επιπροσθέτως είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι η ευρείας κλίμακας πολιτειακές αλλαγές, ειδικά όταν επηρεάζουν τους εθνικούς προσανατολισμούς, δεν μπορούν να δρομολογηθούν, πολύ δε περισσότερο να εφαρμοστούν, από ηγεσίες που διαθέτουν ποσοστά κομματικής απήχησης. Ακόμη και χωρίς την αμφισβήτηση του αποτελέσματος, η οποία αναμένεται οξεία, το ποσοστό του 52% της επικράτησης του Ναι (με πορτοκαλί χρώμα στον χάρτη), καθιστά τον Recep Tayyip Erdoğan νικητή μεν, δεν τον αναδεικνεύει όμως ως εθνικό ηγέτη. Το πιθανότερο είναι ότι η επιβίωση του υπό σύσταση καθεστώτος θα απαιτήσει αυταρχικότητα προς το εσωτερικό και επιθετικότητα προς το εξωτερικό και τα δύο στη βάση μιας εθνικιστικής υστερίας.
Ο ούτως η άλλως ξένος προς τα ελληνικά πολιτικά έθιμα βασιλικός θεσμός εξέπεσε, όταν το 1915 ο Κωνσταντίνος Α΄ αντιποιούμενος την συνταγματική του εξουσία, ταυτίστηκε με το τότε Λαϊκό Κόμμα υποβαθμίζοντας τη θέση του στα επίπεδα ενός κομματάρχη και προκάλεσε τον ολέθριο διχασμό. Έτσι μετά την αποπομπή του Γεωργίου Β΄ το 1924 και τη σκανδαλώδη αποκατάστασή του το 1935, η επιβίωση της δυναστείας μέχρι την οριστική έκπτωσή της 1973, και μάλιστα από την τότε δικτατορία των συνταγματαρχών, διασφαλίζονταν μόνο με κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα και απροκάλυπτες δικτατορίες.